Γεφύρι
Αμβρακίας
Αμβρακίας
Μουσείο Άρτας
Παρηγορήτισσας
Άγιος Βασίλειος
O ναός του Αγίου Βασιλείου, κηρυγμένο βυζαντινό μνημείο [ΒΔ 19-4-1921, ΦΕΚ 68/Α/26-4-1921], βρίσκεται κοντά στον ναό της Αγίας Θεοδώρας, στο κέντρο της αγοράς της Άρτας.
Αρχικά, πιθανότατα στο β΄ μισό του 13ου αιώνα, κτίσθηκε η υψηλή μονόκλιτη ξυλόστεγη βασιλική στην οποία προσκολλήθηκαν λίγο αργότερα, γύρω στο 1300 (τον 14ο ή 15ο αιώνα) τα δύο παρεκκλήσια προς τιμήν του Αγίου Γρηγορίου και του Αγ. Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Χαρακτηριστικό στοιχείο των ναών του Δεσποτάτου της Ηπείρου που συναντούμε και στο ναό του Αγίου Βασιλείου, αποτελεί η προεξέχουσα του ανατολικού αετώματος μονόρριχτη στέγη του κεντρικού κλίτους. Ο τοίχος της δυτικής πλευράς θα χρησίμευε ως βάση μη σωσμένου κωδωνοστασίου.
Ο ναός, που κατέχει σημαντική θέση μεταξύ των ναών του Δεσποτάτου της Ηπείρου, είναι ονομαστός στη διεθνή βιβλιογραφία χάρη στις δύο πήλινες, ανάγλυφες εφυαλωμένες εικόνες που κοσμούν το ανατολικό αέτωμα, πλαισιώνοντας το άνοιγμα του παραθύρου. Οι εν λόγω εικόνες έχουν κατασκευαστεί με την τεχνική των majolica, όπου η διακόσμηση από πράσινο, κίτρινο και καστανό χρώμα τοποθετείται σε λευκό βάθος. Στις εν λόγω εικόνες της Σταυρώσεως και των Τριών Ιεραρχών διακρίνονται επιρροές Ιταλικής τέχνης του 14ου αιώνα, ωστόσο πιθανότατα αποτελούν έργα Ιταλού καλλιτέχνη ο οποίος εργάστηκε στην Άρτα μεταξύ των ετών 1416 και 1448.
Η τοιχοποιία του ναού έχει κατασκευαστεί σύμφωνα με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα, ενώ η εξωτερική του διακόσμηση περιλαμβάνει πλουσιότατο κεραμοπλαστικό διάκοσμο (μαίανδροι, ψαροκόκκαλο, δισέψιλον, κυματοειδείς γραμμές, οδοντωτές ταινίες). Εξέχουσα θέση μεταξύ των διακοσμητικών στοιχείων αποτελούν οι δυο ταινίες με πολύχρωμα, εφυαλωμένα τετράγωνα πλακίδια -τα αβάκια- σε ρομβοειδή διάταξη, που διατρέχουν τη βόρεια και ανατολική πλευρά του ναού. Το στοιχείο των πολύχρωμων πλακιδίων είναι μοναδικό στη βυζαντινή τέχνη, καθώς όπου συναντάται παρόμοια διακόσμηση δεν περιλαμβάνει χρωματισμένα εφυαλωμένα πλακίδια. Οι επιρροές της μοναδικής αυτής διακόσμησης πρέπει επίσης να αναζητηθούν στην Ιταλία.
Δυτικές επιδράσεις διακρίνονται και στην απόδοση των τοιχογραφιών του ναού, οι οποίες χρονολογούνται στα τέλη του 17ου αιώνα και κοσμούν το βόρειο και νότιο τοίχο του ναού, διατεταγμένες σε τέσσερις ζώνες. Οι τοιχογραφίες περιλαμβάνουν γεωμετρικά σχέδια, ολόσωμους αγίους, στηθάρια αγίων και σκηνές του εορτολογίου, ενώ στην κόγχη του ιερού αποδίδεται η Θεοτόκος Πλατυτέρα, στον τύπο της Βλαχερνίτισσας. Η φυσιοκρατική απόδοση του Χριστού στη σκηνή της Βάπτισης, καθώς και των εκφράσεων των αγίων αποτελούν ενδείξεις επιρροής του καλλιτέχνη από δυτικά πρότυπα.
Στον περίβολο του ναού λειτούργησε απ’ το 1662 μέχρι το 1821 ανώτερη ελληνική σχολή, την οποία ίδρυσε ο βαθύπλουτος Καστοριανός γουνέμπορος (αρχιγουναράς του σουλτάνου Μεχμέτ Δ΄) Φίλιππος Μανωλάκης.